Ετικέτες

4.7.16

«Μεγαλύνθητι, Νυμφίε… Ἡ ἱερολογία τοῦ θρησκευτικοῦ ὀρθοδόξου Γάμου» (ΜΕΡΟΣ Γ)

«Ἐξαπόστειλον τήν χεῖρά σου ἐξ ἁγίου κατοικητηρίου σου»

31. «Ἐξαπόστειλον τήν χεῖρά σου ἐξ ἁγίου κατοικητηρίου σου». Βλ. παραπάνω, σχολ. αριθ. 14.

«Καί ἅρμοσον τόν δοῦλόν σου (τόνδε), καί τήν δούλην σου (τήνδε), ὅτι παρά σοῦ ἁρμόζεται ἀνδρί γυνή»

32. «Καί ἅρμοσον τόν δοῦλόν σου (τόνδε), καί τήν δούλην σου (τήνδε), ὅτι παρά σοῦ ἁρμόζεται ἀνδρί γυνή». Στο σημείο τούτο της Ευχής ο Λειτουργός «ἁρμόζει τάς δεξιάς τῶν νυμφευομένων», σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Μικρό Ευχολόγιο σε σχετική υποσημείωση. Γι᾿ αυτό η τρίτη τούτη ευχή της ευλογίας λέγεται συνήθως ευχή συζεύξεως. Η συναρμογή αυτή, η ένωση δηλ. των δεξιών χεριών των νεονύμφων που γίνεται μέσω του Ιερέα ανάγεται σε παλαιότατους χρόνους. Ήδη στην Π.Δ. βλέπουμε το Ραγουήλ να πιάνει την κόρη του από το χέρι και να την παραδίνει στον Τωβία, το μέλλοντα σύζυγό της· «καί ἐκάλεσεν Σάρραν τήν θυγατέρα αὐτοῦ καί λαβών τῆς χειρός αὐτῆς παρέδωκεν αὐτήν τῷ Τωβίᾳ γυναῖκα» (Τωβίτ 7, 13). Με τη φράση εξάλλου της Ευχής «ὅτι παρά σοῦ ἁρμόζεται ἀνδρί γυνή» τονίζεται για μια ακόμη φορά (βλ. και παραπάνω σχολ. αριθ. 19 της Ακολουθίας του αρραβώνα) πως η ένωση των νεονύμφων είναι θέλημα Θεού και πως σε κάθε ένωση «νυμφαγωγός» είναι ο ίδιος ο αιώνιος και αναλλοίωτος Θεός· επομένως ο Ιερέας με την πράξη της «ἁρμογῆς», της σύναψης δηλ. «τῶν δεξιῶν», είναι σαν να «ἐγχειρίζει» κατά κάποιο τρόπο εκ μέρους του Θεού τη νύφη στο γαμπρό.
Αυτή η ίδια η συναρμογή των δεξιών των νεονύμφων ερμηνεύεται από πολλούς πως συμβολίζει τον αδιάσπαστο και «διά βίου» σύνδεσμό τους, το αδιάλυτο γενικά του γάμου, του ευλογημένου αυτού δεσμού που και «ζυγός» χαρακτηριστικά αποκαλείται· έτσι ακριβώς, ζυγός δηλ., τιτλοφορείται ο γάμος και από το Μ. Βασίλειο· «ὁ διά τῆς εὐλογίας ζυγός»· ζυγός δηλ. που τον ευλογεί η Εκκλησία, για να ευδοκιμήσει και να αποδώσει (βλ. Μ. Βασιλείου, Ομιλία ζ´, εις Εξαήμερον, παρ. 7). Και η αντίληψη αυτή, ότι ο γάμος δηλαδή είναι ζυγός, έχει περάσει και στο θρησκευόμενο λαο μας, ο οποίος θυμόσοφα λέει για τον καθένα που έρχεται σε κοινωνία γάμου· πάει κι αυτός, μπήκε στο ζυγό· μια φράση με βαρυσήμαντο νόημα· γιατί δείχνει από τη μια τη σοβαρότητα του δεσμού του γάμου, τις δυσκολίες που έχουν να αντιμετωπίσουν οι νεόνυμφοι και την ανάγκη για δημιουργική προσπάθεια και από την άλλη πως δεν υπάρχουν πια, δεν επιτρέπεται να υπάρχουν, περιθώρια για «ελεύθερη» δράση από τους συζύγους, αλλά κάθε ενέργειά τους είναι ανάγκη να γίνεται «από κοινού» και να έχει τη συγκατάθεση και των δυο, αν θέλουν το καθετί που επιχειρούν να έχει και καλό αποτέλεσμα.

Τά στέφανα του γάμου και άλλα επιμέρους στοιχεία της ιεροτελεστίας

33. «Εἶτα τίθησι τά Στέφανα ἐπὶ τάς κεφαλάς τῶν Νυμφίων». Τα στέφανα του γάμου (τα «γαμήλια στέφη» των αρχαίων) είναι ένα έθιμο προχριστιανικό. Επειδή ήταν πολύ διαδομένο, η Εκκλησία αναγκάστηκε να το δεχτεί στο μυστήριο του γάμου, στο στεφάνωμα δηλαδή. Έδωσε όμως, όπως και σε τόσα άλλα προχριστιανικά έθιμα, νέα συμβολική ερμηνεία. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει ότι τα στεφάνια, με τα οποία στεφανώνονται οι νεόνυμφοι, είναι στεφάνια νίκης. Επειδή δηλαδή αγωνίστηκαν να μείνουν αγνοί και δεν υπέκυψαν στον πειρασμό της ηδονής, γι᾿ αυτό και στεφανώνονται ως αήττητοι και νικητές (βλ. και σχόλ. αριθμ. 61). Τα στέφανα του γάμου ανταλλάσσει πάνω στα κεφάλια του γαμπρού και της νύφης κατά τη διάρκεια της στέψης πρώτον ο Ιερέας και ύστερα ο παράνυμφος, ο κουμπάρος. Τα στέφανα μετά το γάμο φυλάγονται από το συζυγικό ζεύγος στο εικονοστάσι η σε ειδική στεφανοθήκη, ενώ παλιότερα φυλάγονταν στο σκευοφυλάκιο του ναού, του οποίου και ήταν συνήθως κτήματα (βλ. και σχόλια αριθ. 59 και 62, όπου γίνεται λόγος για τή «λύση» των στεφάνων και τη «συστολή» των συμβόλων του γάμου).
Πέρα από την ανωτέρω συμβολική σημασία που δίνει στα στέφανα του γάμου ο ιερός Χρυσόστομος, άλλοι υποστηρίζουν ότι συμβόλιζαν κατά κάποιο τρόπο την εξουσία και την ηγεμονία που περιβάλλονται οι νεόνυμφοι και μέλλουν να ασκήσουν πάνω στα τέκνα τους και το λοιπό προσωπικό του σπιτικού τους. Τη συμβολική τους αυτή μάλιστα σημασία ενισχύει και η πληροφορία ότι στην παλιά ορθόδοξη Ρωσία τα στεφάνια του γάμου πολλές φορές ήταν κατασκευασμένα από άργυρο ή άλλο μέταλλο, σχεδόν όμοια με τα βασιλικά στέμματα, και είχαν επάνω τους το αποτύπωμα του Χριστού το ένα (του γαμπρού) και της Παναγίας το άλλο (της νύφης). Η χρήση των στεφάνων του γάμου φαίνεται ότι καθιερώθηκε στην Εκκλησία από τον 4ο αιώνα, και μάλιστα για πρώτη φορά σε γάμο μεταξύ χριστιανών που ήταν Έλληνες, γι᾿ αυτό και επικράτησε μέχρι σήμερα το μυστήριο του γάμου να αποκαλείται και «στέψις» η «στεφάνωμα».
Εκτός από τα στέφανα του γάμου άλλα επιμέρους στοιχεία και έθιμα της ιεροπραξίας του γάμου είναι· α) τα δαχτυλίδια για τα οποία έγινε λόγος παραπάνω (βλ. σχολ. αριθ. 3 και 15 της Ακολουθίας του αρραβώνα)· β) ο νυφικός πέπλος που χρησιμοποιούνταν και από τους αρχαίους κατά την τέλεση του γάμου και αφαιρούνταν μετά το γαμήλιο δείπνο, γίνονταν δηλαδή τα λεγόμενα «ανακαλυπτήρια». Παρόμοια συνήθεια φαίνεται πως υπήρχε και στους Εβραίους (πρβλ. Γεν. 29, 24–25). Ιδιαίτερη σημασία απέκτησε ο πέπλος (velum) στη Δυτική Εκκλησία, όπου, κατά τον Αμβρόσιο, συμβόλιζε τη συζυγική αιδώ. Επικράτησε μάλιστα στη Δύση το ρήμα nubeo (=καλύπτω με πέπλο) να σημαίνει αυτό το ίδιο το μυστήριο του γάμου, όπως στην Ανατολική Εκκλησία το ρήμα στεφανώνω. Τέλος θα μπορούσε κανείς να αναφέρει μεταξύ των εκκλησιαστικών γαμικών εθίμων το όλο τυπικό της ευλογίας, τη σύναψη των χειρών των νεονύμφων (γιά την οποία μιλούν κυρίως τα αρχαιότερα από τα σωζόμενα Ευχολόγια), την παρουσία του παρανύμφου (κουμπάρου) κ.α.

Τα δοξασμένα και τιμημένα στέφανα

34. «Δόξῃ καί τιμῇ στεφάνωσον αὐτούς». Το τμήμα τούτο της δέησης είναι παραλλαγή αντίστοιχης φράσης του στίχου 6 από τον 8ο Ψαλμό. «Ἠλάττωσας αὐτόν βραχύ τι παρ᾿ ἀγγέλους, δόξῃ καί τιμῇ ἐστεφάνωσας αὐτόν». Εκεί γίνεται λόγος για τη δόξα και την τιμή, με την οποία περιέβαλε ο Θεος τον άνθρωπο. Μολονότι ο άνθρωπος μπροστά στο μεγαλειώδες σύμπαν είναι αφάνταστα μικρός και αφανής, εντούτοις ο Θεος τόν στεφάνωσε με ανυπέρβλητη δόξα και τιμή και τον κατέστησε κυρίαρχο της φύσης και όλων των δημιουργημάτων του. Η εξαιρετική και αποκλειστική αυτή τιμή του Δημιουργού προς τον άνθρωπο κάνει τον ιερό ψαλμωδό να απορεί και να διερωτάται πως συμβαίνει να θυμάται και να φροντίζει τόσο πολύ τον άνθρωπο· «Τί ἐστιν ἄνθρωπος, ὅτι μιμνήσκῃ αὐτοῦ; ἤ υἱός ἀνθρώπου, ὅτι ἐπισκέπτῃ αὐτόν;» (στίχ. 5).
Ολόκληρος ο 8ος Ψαλμός είναι ένας ύμνος και εγκώμιο του μεγαλείου του Θεού, όπως αυτό φανερώνεται στη δημιουργία του σύμπαντος. Προς το μεγαλείο αυτό αντιπαραβάλλεται η μικρότητα και η μηδαμινότητα του ανθρώπου. Εξαίρεται έτσι η αγαθότητα και η συγκατάβαση του Θεού, ο οποίος κατέστησε τον άνθρωπο κυρίαρχο των δημιουργημάτων του. Με τον τρόπο αυτό ο ψαλμωδός πλέκει ταυτόχρονα και το εγκώμιο του μεγαλείου του ανθρώπου. Το ίδιο βλέπουμε να κάνει και ένας «εθνικός» ποιητής, ο τραγικός Σοφοκλής, ο οποίος στην «Αντιγόνη» (στίχ. 333 κ.ε.) πλέκει παρόμοιο εγκώμιο του ανθρώπου για τη θαυμαστή του πορεία πάνω στην κυριαρχία της φύσης· «Πολλά τά δεινά, κοὐδέν ἀνθρώπου δεινότερον πέλει…».
Και οι νεόνυμφοι που τώρα στεφανώνονται με τα στέφανα του γάμου; Τι νόημα μπορεί να έχει γι᾿ αυτούς η τριπλή δέηση του Ιερέα «Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, δόξῃ καί τιμῇ στεφάνωσον αὐτούς»; Πως θα είναι ένδοξος και τιμημένος ο έγγαμος βίος τους; Πως αλλιώς, παρά αν δεν ξεχνούν ποτέ την τιμή και τη δόξα, με την οποία τους περιέβαλε ο Θεός; Πως αλλιώς, παρά αν προσπαθούν πάντοτε και με κάθε τρόπο να μην αμαυρώσουν με την όλη τους πολιτεία αυτή τη δόξα και την τιμή, με την οποία τους στεφάνωσε ο Θεός; Πως αλλιώς, παρά αν κύριο μέλημά τους είναι να φανούν αντάξιοι αυτού του ύψους, στο οποίο τους αναβίβασε ο Θεός, και νά μην αλλοιώσουν το «κατ᾿ εἰκόνα», με το οποίο τους προίκισε; Πως αλλιώς, παρά μόνο αν έχουν σταθερά τη συναίσθηση αυτής της τιμής και της άκρας συγκατάβασης, αλλά και του χρέους που απορρέει απ᾿ αυτή να πορεύονται σύμφωνα με το θέλημά Του; Και πώς αλλιώς, παρά αν ποτέ δε λησμονούν ότι δεν έχουν μόνο την τιμή να είναι συμμέτοχοι στην κυριαρχία της φύσης, αλλά ότι έχουν και την υποχρέωση να είναι συνδημιουργοί καλών έργων;
Και για όλα αυτά ο έγγαμος βίος προσφέρεται στους νεονύμφους ως η ιδανικότερη «παλαίστρα» και ως το καταλληλότερο «στάδιον» για τη διεξαγωγή του αγώνα. Θα αναδειχθούν άραγε νικητές, ώστε να αποκτήσει νόημα γι᾿ αυτούς η πανηγυρική και χαρμόσυνη επίκληση του Λειτουργού «Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, δόξῃ καί τιμῇ στεφάνωσον αὐτούς»; Θέλουμε να πιστεύουμε πως ο συνεχής και συνεπής αγώνας τους με τη συνδρομή της θείας χάρης θα έχει το ποθούμενο αποτέλεσμα.

Οι στίχοι του Προκειμένου «ἔθηκας ἐπὶ τήν κεφαλήν αὐτῶν στεφάνους…»

35. «Προκείμενον» στη λειτουργική γλώσσα της Εκκλησίας μας είναι σύντομοι στίχοι ή φράσεις από τα βιβλία της Αγίας Γραφής, κυρίως τους Ψαλμούς. Προτάσσεται συνήθως των αγιογραφικών αναγνωσμάτων της Παλαιάς (στην Ακολουθία του Εσπερινού) και της Καινής Διαθήκης, ιδιαίτερα του αποστολικού (στη θεία Λειτουργία και σ᾿ άλλες ιερές Ακολουθίες). Στην Ακολουθία του Εσπερινού λέγεται αμέσως μετά την «Εἴσοδο» και το «Φῶς ἱλαρόν». Για καθεμιά μάλιστα από τις ημέρες της εβδομάδας υπάρχει ιδιαίτερο Προκείμενο, «τό Προκείμενον τῆς ἡμέρας», όπως λέγεται στο Τυπικό. Στην Ακολουθία επίσης του Όρθρου έχουμε τα Προκείμενα που ψάλλονται από το χορό των ψαλτών αμέσως μετά τα Αντίφωνα των Αναβαθμών των οκτώ Ήχων, καθώς και των μεγάλων εορτών της Εκκλησίας (δεσποτικών, θεομητορικών, των αγίων κ.λπ.).
Εδώ οι στίχοι του Προκειμένου που προτάσσονται του αποστολικού αναγνώσματος είναι μέρος των στίχων 4 και 5 του Κ´ (20) Ψαλμού· οι στίχοι είναι ελαφρά τροποποιημένοι, ειδικά για την περίπτωση των νεονύμφων. Για το συμβολισμό των στεφάνων του γάμου, ως στεφάνων νίκης, βλ. σχολ. αριθ. 33 και 61.

Η παντοτινή ευχαριστία «ὑπέρ πάντων» και η προς αλλήλους υποταγή «ἐν φόβῳ Χριστοῦ»

36. Στην αρχή του πέμπτου (ε´) κεφαλαίου της προς Εφεσίους Επιστολής του ο Παύλος γράφει πως στις μεταξύ τους σχέσεις οι χριστιανοί πρέπει να έχουν ως υπόδειγμα τον Κύριο· να είναι δηλαδή στη ζωή τους «μιμηταί τοῦ Θεοῦ» και να περιπατούν «ἐν ἀγάπῃ». Και τούτο διότι και ο Χριστός αγάπησε τους ανθρώπους και παρέδωσε τον εαυτό του για χάρη τους και για τη σωτηρία τους. Τους γράφει στη συνέχεια τι πρέπει να προσέχουν και τι να αποφεύγουν στις μεταξύ τους σχέσεις. Και πρίν περάσει στα αμοιβαία καθήκοντα των συζύγων τονίζει τα δύο στοιχεία που βλέπουμε στην αρχή του αποστολικού αναγνώσματος και που πρέπει να διέπουν τη ζωή των χριστιανών· Το ένα είναι η παντοτινή ευχαριστία «ὑπέρ πάντων», για όλα δηλαδή που μας δίνει ή μας στέλνει ο Θεος, και το άλλο η προς αλλήλους υποταγή «ἐν φόβῳ Χριστοῦ». Και μολονότι αυτά λέγονται και ισχύουν για όλους γενικά τους χριστιανούς, εύκολα μπορεί να συμπεράνει κανείς την ιδιαίτερη σημασία που έχουν για τους νεονύμφους. Η αγάπη και η υποταγή του ενός στον άλλο είναι τα απαραίτητα στοιχεία και το θεμέλιο πάνω στο οποίο θα στηριχθεί η ομαλή συμβίωση και η ευτυχία των νεονύμφων.

Πρώτο και ύψιστο καθήκον της συζύγου η «ἐν παντί» υποταγή

37. Οι στίχοι αυτοί αναφέρονται στα καθήκοντα των γυναικών. Στη συνέχεια ο Παύλος θα κάνει λόγο για τα καθήκοντα των ανδρών. Οι στίχοι που αναφέρονται στα καθήκοντα των γυναικών (στίχ. 22–24) αποτέλεσαν το αντικείμενο ολόκληρης ομιλίας του Ιωάννη του Χρυσοστόμου, η οποία είναι γνωστή ως Ομιλία κ´ (20) και αποτελείται από 30 κεφάλαια. Πρόκειται για μια ομιλία που, μολονότι προέρχεται από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, είναι πολύ διαφωτιστική και πολλά έχει να πεί και στα σημερινά αντρόγυνα. Από την ομιλία αυτή, στη συνέχεια του σχολιασμού του αποστολικού αναγνώσματος, θα παραθέσουμε μεταφρασμένα μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα. Βάση της μετάφρασης αυτής αποτέλεσε η αντίστοιχη μετάφραση ολόκληρης της ανωτέρω ομιλίας που είναι καταχωρισμένη στο τέλος ενός χρήσιμου βιβλίου που κυκλοφόρησε η Πρόνοια Συνεργαζόμενων Χριστιανικών Σωματείων «ὁ Ἀπόστολος Παῦλος» με τον τίτλο «Ὅταν ὁ γάμος κλονίζεται…» (Ἀθῆναι, χωρίς χρονολ.).
Τα όσα γράφει ο Παύλος για την υποταγή – υπακοή της γυναίκας στον άντρα ηχούν ίσως κάπως παράξενα στην εποχή μας, μια εποχή που η γυναίκα διεκδικεί ίσα δικαιώματα με τον άντρα και το φεμινιστικό κίνημα κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος. Αν όμως εμβαθύνει κανείς στα λόγια του αποστόλου, θα διαπιστώσει ότι δεν υπάρχει υποβιβασμός της γυναίκας. Απλά εκφράζεται η θεία βούληση για την εξασφάλιση της ομαλής συμβίωσης του ανδρόγυνου. Ο Θεος, λοιπόν, με την πανσοφία του έταξε τον άντρα στη θέση της κεφαλής και τη γυναίκα στη θέση του σώματος. Ο άντρας προνοεί και φροντίζει για τη γυναίκα. Φυσικά πρόκειται για τον άντρα εκείνο που κάνει το παν για τη γυναίκα του, που η μεγάλη του αγάπη γι᾿ αυτή τον κάνει να μην υπολογίζει κόπους και κινδύνους· πρόκειται για τον άντρα που τιμά τη γυναίκα του και με πραγματική αυταπάρνηση προβαίνει και σε πράξεις θυσίας ακόμη γι᾿ αυτή. Η γυναίκα γι᾿ όλα αυτά υποτάσσεται, υπακούει στον άντρα της.
Επομένως η υποταγή – υπακοή της γυναίκας στον άντρα, για την οποία κάνει λόγο ο Παύλος, η αφοσίωση και ο σεβασμός της προς αυτόν δεν είναι δουλοπρέπεια, δεν είναι δουλική απάντηση σε οποιαδήποτε μορφή καταπίεσης και τυραννικής εξουσίας του άντρα, αλλά εμπιστοσύνη, αποδοχή και ανταπόκριση στην αγάπη του. Η υπακοή που οφείλει η γυναίκα στον άντρα μεταφράζεται ως ισχυρή αγάπη προς αυτόν και ενέχει την έννοια παραχώρησης του προβαδίσματος, ενώ η αγάπη του άντρα προς τη γυναίκα μεταφράζεται ως αυτοπροσφορά και θυσία, ξένη προς οποιαδήποτε αυταρχικότητα.
Η Εκκλησία μας δηλαδή αναγνωρίζει, θα λέγαμε, μια ιεραρχία στις σχέσεις των συζύγων μέσα στο γάμο. Στην ιεραρχία αυτή προηγείται ο άντρας και ακολουθεί η γυναίκα. Η θέση αυτή βασίζεται στο γεγονός ότι πρώτος δημιουργήθηκε ο άντρας και δεύτερη η γυναίκα ως βοηθός του, όπως είδαμε παραπάνω (βλ. σχολ. αριθ. 11 και σχόλ. αριθ. 19 της Ακολουθίας του αρραβώνα). «Ἀδάμ γάρ πρῶτος ἐπλάσθη, εἶτα Εὔα» λέγει ο Παύλος (Α´ Τιμ., β´ 13)· γι᾿ αυτό και δεν «επιτρέπει» ο απόστολος στη γυναίκα «αὐθεντεῖν ἀνδρός» (Α´ Τιμ., β´ 12), να εξουσιάζει δηλ. τον άντρα της. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι το προβάδισμα που αναγνωρίζει η Εκκλησία στον άντρα είναι εξουσιαστικό και κυριαρχικό πρωτείο. Αντίθετα μάλιστα· είναι πρωτείο ευθύνης, αληθινής αγάπης και θυσίας.
Με άλλα λόγια η ιεραρχία στο αντρόγυνο είναι καθαρά λειτουργική, ένας τρόπος δηλ. λειτουργίας του ζεύγους, και έχει χαρακτήρα δυναμικό, διαλεκτικό και ζωτικό. Ο άντρας οφείλει πρώτος αυτός να αγαπά όχι επιφανειακά αλλά έμπρακτα και ειλικρινά τη γυναίκα του, ενώ η γυναίκα καλείται από τη δική της πλευρά να ανταποδίδει γνήσια, αυθόρμητα και με απλότητα την αγάπη στον άντρα της δίνοντας σ᾿ αυτόν τιμητικά το προβάδισμα μέσα στο γάμο. Από το κύκλωμα αυτό της αμοιβαίας αγάπης δεν εξασφαλίζεται απλά η ομαλή συμβίωση αλλά, και αυτό είναι το σπουδαιότερο, πηγάζει η χαρά και η καρποφορία και πραγματοποιείται η αλληλοσυμπλήρωση, η πνευματική οικοδομή και η τελείωση του αντρόγυνου (πρβλ. και επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου «Ἀθῶος», εκδ. Αποστολικής Διακονίας).
Ο παραλληλισμός της σχέσης μεταξύ του άντρα και της γυναίκας στο γάμο με τη σχέση Χριστού (Νυμφίου) και Εκκλησίας (Νύμφης) εξυψώνει το θεσμό του γάμου και από γεγονός βιολογικής αποκλειστικά η ψυχολογικής αναγκαιότητας τον αναδεικνύει και του προσδίδει πνευματικό περιεχόμενο. Όταν λοιπόν η γυναίκα υποτάσσεται και υπακούει στον άντρα της, πρέπει να το θεωρεί αυτό σαν πειθαρχία και υπακοή στον ίδιο τον Κύριο. Και ο άντρας από την άλλη μεριά δεν πρέπει να περιφρονεί τη γυναίκα του με την ιδέα ότι την εξουσιάζει. Αντίθετα σαν αντίρροπο της υπακοής που του δείχνει η γυναίκα του αυτός πρέπει να της προσφέρει την αγάπη του και τη φροντίδα του, όπως ακριβώς και ο Χριστός που είναι κεφαλή και αρχηγός της Εκκλησίας και θυσιάστηκε για να σώσει το σώμα της Εκκλησίας που το αποτελούμε όλοι εμείς οι άνθρωποι.
Στα όσα ειπώθηκαν παραπάνω θα μπορούσαν να προβληθούν, δικαιολογημένα ίσως, αντιρρήσεις. Πώς είναι δυνατό όλα αυτά να εφαρμοστούν στις περιπτώσεις που η γυναίκα είναι αποδειγμένα αξιότερη από τον άντρα, περισσότερο αναπτυγμένη και καλλιεργημένη, περισσότερο δυναμική, αποφασιστική και δημιουργική; Θα πρέπει και εκεί ο άντρας να έχει το προβάδισμα; Και στις περιπτώσεις ισοδυναμίας, ισοδύναμης μόρφωσης, ισοδύναμων γενικά προσόντων των συζύγων ποιός θα έχει το προβάδισμα; Πώς μπορεί να έχει εφαρμογή στις περιπτώσεις αυτές ο λόγος του Παύλου; Μήπως υπάρχουν εξαιρέσεις; Οπότε πώς μπορεί να είναι ισχυρό το αποστολικό παράγγελμα;
Πιστεύουμε πως στίς περιπτώσεις αυτές το αντρόγυνο που έχει πραγματική αγάπη και μέλημά του είναι η εξασφάλιση της ομόνοιας και της ομαλής συμβίωσης, το αντρόγυνο που βλέπει το γάμο όχι απλά σαν ένα συμβατικό θεσμό, αλλά ως κοινωνία προσώπων που πραγματώνεται με την κοινή προσπάθεια και την αγωνιστική πορεία των συζύγων από το «κατ᾿ εἰκόνα» στο «καθ᾿ ὁμοίωση», το αντρόγυνο που στοχεύει μ᾿ άλλα λόγια να περάσει μέσα από την αγάπη προς τους άλλους (σύντροφο, τέκνα) και να φτάσει στην τελειότητα και τη θέωση, δεν αντιμετωπίζει τέτοια διλήμματα. Στις περιπτώσεις αυτές τα οποιαδήποτε προβλήματα αντιμετωπίζονται με σύνεση, κατανόηση και διακριτικότητα.
Στις περιπτώσεις αυτές μπορούν κάλλιστα να αντιστραφούν οι ρόλοι, αρκεί η αντιστροφή αυτή να μη γίνει αφορμή έπαρσης και αλαζονείας αυτού που παίζει το ρυθμιστικό ρόλο στα ζητήματα της οικογένειας· αρκεί να μην εκτραπεί σε συμπεριφορά που ταπεινώνει και εκμηδενίζει τον αδύνατο σύντροφο· γιατί η τέλεια αγάπη, κατά τον ίδιο απόστολο, «οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται, οὐκ ἀσχημονεῖ», δε φέρεται δηλ. αλαζονικά, δε φουσκώνει από οίηση, δεν προβαίνει σε άσχημες ενέργειες (Α´ Κορ., ιγ´ 4–5). Η γυναίκα στις περιπτώσεις αυτές οφείλει να απονέμει στον άντρα της τον προσήκοντα σεβασμό και να μην τον εξουθενώνει. Και τούτο για να αποτραπούν ατοπήματα και ανωμαλίες και να αποφευχθούν καταστάσεις που ελάχιστα εξυπηρετούν τη γαλήνη του οικογενειακού βίου και την πρέπουσα ανατροφή των τέκνων.

Θεμελιώδες και ύψιστο καθήκον του συζύγου η ειλικρινής και «μέχρι θυσίας» αγάπη

38. Όπως βλέπουμε, όλοι οι υπόλοιποι στίχοι (στίχ. 25–33) του αποστολικού αναγνώσματος αναφέρονται στα καθήκοντα του άντρα προς τη γυναίκα. Μόνο με την ακροτελεύτια φράση του αναγνώσματος ο Παύλος επανέρχεται στο καθήκον, στο χρέος που έχει η γυναίκα «να φοβάται», να σέβεται δηλαδή και να τιμάει τον άντρα της. Πρόκειται για τη φράση «ἡ δέ γυνή ἵνα φοβῆται τόν ἄντρα», στο άκουσμα της οποίας πολλοί από τους νεονύμφους συναγωνίζονται οι αφελείς, κατά τη λαϊκή συνήθεια, ποιός θα πατήσει πρώτος το πόδι του άλλου, για να μην του πάρει ο άλλος, κατά τη λαϊκή πίστη, τον «αέρα» κατά τη συμβίωση στο γάμο!!! Μια συνήθεια και μια πίστη που δυστυχώς δείχνουν με πόση ελαφρότητα αντιμετωπίζουν πολλοί το μυστήριο του γάμου, αλλά και πόσο αγνοούν τη σχετική «ιερολογία», τα ιερά και σοφά δηλαδή λόγια της Ακολουθίας του στεφανώματος, κατά τη διάρκεια της οποίας, με τη μεσολάβηση του Ιερέα, μεταδίδεται στους νεονύμφους η θεία Χάρις και ευλογία.
Το στοιχείο που κυριαρχεί στα καθήκοντα του άντρα απέναντι στη γυναίκα του είναι, όπως μπορεί να διαπιστώσει ο αναγνώστης από την προσεκτική ανάγνωση και μελέτη του αποστολικού αναγνώσματος, η αγάπη που της οφείλει· αγάπη ειλικρινής και απεριόριστη, αγάπη ακόμη και χωρίς ανταλλάγματα, αγάπη σαν αυτή που δείχνει προς τον ίδιο τον εαυτό του, αγάπη τέλος που να φτάνει, αν παραστεί ανάγκη, και σ᾿ αυτή ακόμη τη θυσία. Όταν τέτοιο είναι το ποιόν και τόσο το μέγεθος της αγάπης του άντρα προς τη γυναίκα, τότε καταλαβαίνει κανείς γιατί ο Παύλος τονίζει πως και η γυναίκα έχει χρέος να υποτάσσεται στον άντρα της «ἐν παντί» και να τον τιμάει απεριόριστα και με κάθε τρόπο. Τότε καταλαβαίνει πόσο παρεξηγημένη από τους πολλούς, ίσως και από το φεμινιστικό κίνημα, είναι η θέση στην οποία τάσσει τη γυναίκα μέσα στο γάμο ο Παύλος. Τότε καταλαβαίνει και πόση επιπολαιότητα κρύβει η λαϊκή συνήθεια και πίστη, για την οποία έγινε λόγος παραπάνω.
Ας εμβαθύνουμε όμως περισσότερο στα καθήκοντα του άντρα προς τη γυναίκα όπως αυτά διαγράφονται στο αποστολικό ανάγνωσμα και συμπυκνώνονται, θα μπορούσαμε να πούμε, σε μια και μόνη λέξη· αγάπη.
α) Η αγάπη του άντρα για τη γυναίκα πρέπει να έχει ως πρότυπο την αγάπη του Χριστού για την Εκκλησία.
Βαρύ πράγματι το παράγγελμα του Παύλου και δυσκατόρθωτο. Πως να αγαπήσεις τη γυναίκα σου, όπως ο Χριστός αγάπησε την Εκκλησία, όλους εμάς δηλαδή τους ανθρώπους που την αποτελούμε; Εκείνος ήταν Θεάνθρωπος, είναι ο μόνος άγιος, ενώ εμείς είμαστε άνθρωποι με τόσες αδυναμίες. Πως να τον μιμηθούμε στο μεγάλο αυτό αγώνισμα; Γι᾿ αυτό και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος συγκρίνοντας την εντολή του Παύλου προς τη γυναίκα, να υποτάσσεται και να υπακούει στον άντρα της, με την εντολή προς τον άντρα, να αγαπά τη γυναίκα του με τον ίδιο τρόπο που ο Χριστός αγάπησε τον άνθρωπο, βρίσκει πως η δεύτερη είναι δυσκολότερη από την πρώτη στην εφαρμογή. Στη μια τονίζεται το μέγεθος της υπακοής, στην άλλη το μέγεθος της αγάπης. Αναμφισβήτητα δύσκολο το πρώτο, δυσκολότερο όμως το δεύτερο. Αυτό όμως δε σημαίνει πως δεν πρέπει να προσπαθήσουμε.
Αντίθετα, έχοντας πάντοτε υπόψη μας το τι υπέφερε ο Κύριος για τη δική μας αποκατάσταση και σωτηρία, για το δικό μας εξαγνισμό και αγιασμό, πρέπει διαρκώς και αδιαλείπτως να προσπαθούμε να ανταποκριθούμε σ᾿ αυτό μας το καθήκον, του οποίου η εκπλήρωση θα συντελέσει στην εξασφάλιση της ομαλής συμβίωσης. Αρωγός στην προσπάθειά μας αυτή θα έρθει οπωσδήποτε η δύναμη και η χάρη του Θεού· γιατί αυτή είναι εκείνη που καταφέρνει όσα εμείς δεν μπορούμε να καταφέρουμε. Το είπε και ο Κύριος· «Τά ἀδύνατα παρά ἀνθρώποις δυνατά παρά τῷ Θεῷ ἐστιν» (Λουκ. ιη´ 27), ενώ ο Παύλος υπογραμμίζει πως μας αρκεί η χάρη του Θεού και πως η δύναμή του βρίσκει την τελείωσή της στη δική μας αδυναμία· «ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γάρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται» (Β´ Κορ. ιβ´ 9).
Για το πνεύμα της αγάπης και της θυσίας που πρέπει να κυριαρχεί στη συμπεριφορά του άντρα απέναντι της γυναίκας ο ιερός Χρυσόστομος λέει τα εξής χαρακτηριστικά·
«Θέλεις να σε υπακούει η γυναίκα σου, όπως η Εκκλησία το Χριστό; Προσπάθησε να φροντίζεις και να ενδιαφέρεσαι κι εσύ γι᾿ αυτή, όπως ο Χριστός έκαμε για τήν Εκκλησία. Κι αν χρειαστεί να δώσεις τη ζωή σου για χάρη της, κι αν χρειαστεί να κουραστείς υπερβολικά πολλές φορές και γενικά να υπομείνεις και να πάθεις πολλά, να μην το αποφύγεις. Γιατί δεν πρέπει να λησμονείς πως κι αν κάνεις όλα αυτά, όμως στην ουσία τίποτε δεν έκαμες σε σχέση με όσα έπραξε ο Χριστός για την Εκκλησία. Διότι εσύ όλα αυτά τα κάνεις, αφού πρώτα γνωριστείς με τη γυναίκα σου και αφού την αγαπήσεις και ενωθείς μαζί της με το δεσμό του γάμου, ενώ ο Χριστός τα πρόσφερε όλα για χάρη εκείνης που τον αποστρεφόταν και τον μισούσε. Όπως λοιπόν Αυτός έδειξε πολλή αγάπη και στοργή γι᾿ αυτή που τον αποστρεφόταν και τον μισούσε και τον περιφρονούσε και του φερόταν υποκριτικά και δε χρησιμοποίησε ούτε τις απειλές, ούτε τις βρισιές, ούτε τον εκφοβισμό, ούτε κάτι άλλο παρόμοιο, έτσι κι εσύ να συμπεριφέρεσαι προς τη γυναίκα σου. Έστω κι αν αυτή σε αγνοεί και σου φέρνεται άσχημα ή σε περιφρονεί. Τότε θα μπορέσεις να τη σκλαβώσεις και να την επαναφέρεις κοντά σου, όταν της δείξεις μεγάλο ενδιαφέρον, πολλή αγάπη και στοργή. Διότι δεν υπάρχει πιο αποτελεσματικό μέσο από αυτούς τους ιερούς δεσμούς και μάλιστα στη σχέση του άντρα και της γυναίκας. Γιατί τον υπηρέτη σου με το φόβο θα μπορέσεις να τον υποτάξεις, στην πραγματικότητα όμως ούτε κι αυτόν, διότι γρήγορα μόλις βρει ευκαιρία θα εξαφανιστεί. Με εκείνη όμως που έγινε σύντροφος της ζωής σου, μητέρα των παιδιών σου, μ᾿ εκείνη που ένιωσες μαζί της κάθε ευφροσύνη, μ᾿ εκείνη να συνδέεσαι μαζί της όχι με το φόβο, ούτε με τις απειλές, αλλά με την αγάπη και την αγαθή διάθεση» (Ομιλία κ´, κεφ. 4).
β) Ο άντρας οφείλει να αγαπά τη γυναίκα του, όπως ακριβώς αγαπά το ίδιο του το σώμα, όπως αγαπά τον εαυτό του δηλαδή.
Με πόση, αλήθεια, απλότητα τονίζει ο απόστολος των Εθνών το χρέος που έχει ο άντρας να αγαπά τη γυναίκα του! Έτσι, λέει, οφείλει να αγαπά τη γυναίκα του, όπως αγαπά το ίδιο του το σώμα. Και όποιος αγαπά τη γυναίκα του, τον εαυτό του αγαπάει. Ποιός, αλήθεια, μισεί τη σάρκα του και αδιαφορεί για το σώμα του, για τον εαυτό του; Κανένας βέβαια. Αντίθετα όλοι μας τον προσέχουμε τον εαυτό μας και το περιποιούμαστε το σώμα μας. Και όμως αυτό το παράγγελμα του Παύλου που φαίνεται τόσο απλό και τόσο λογικό, όπως θα δούμε στη συνέχεια, δεν είναι και τόσο εύκολο στην εφαρμογή, όπως δείχνει τουλάχιστο η πραγματικότητα. Και τούτο διότι στην πορεία προς υλοποίηση της αγάπης αυτής αναφύονται χίλια δυο εμπόδια. Η αγάπη, όπως την εννοεί ο απόστολος και όπως την περιγράφει και την υμνεί ο ίδιος σ᾿ άλλη του επιστολή (Α´ Κορ. ιγ´ 1–13) δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Πως να αγαπήσεις τη γυναίκα σου, όπως αγαπάς τον ίδιο σου τον εαυτό; Τη γυναίκα σου που έζησε και μεγάλωσε σε διαφορετικό οπωσδήποτε περιβάλλον, που έχει διαφορετικές από εσένα συνήθειες, αντιλήψεις και πεποιθήσεις όχι όμοιες με τις δικές σου, δικό της πιστεύω και βιοθεωρία, δική της τελοσπάντων ιδιοσυγκρασία και προσωπικότητα; Τη γυναίκα σου που έχει ίσως ιδιορρυθμίες, ιδιοτροπίες, αδυναμίες και ελαττώματα ανυπόφορα; Πως ακόμη να την αγαπήσεις, όταν με τον καιρό διαπιστώνεις πως υπάρχουν βασικές διαφορές ανάμεσα στο δικό σου και το δικό της χαρακτήρα; Πώς, πολύ περισσότερο, να της δείξεις τόση αγάπη, όταν βλέπεις ότι σε πικραίνει και σε στενοχωρεί, συνειδητά η ασυνείδητα, με χίλιους δυο τρόπους; Είναι δυνατόν; Και όμως ο Παύλος επιμένει· «οὕτως ὀφείλουσιν οἱ ἄντρες ἀγαπᾶν τάς ἑαυτῶν γυναῖκας, ὡς τά ἑαυτῶν σώματα». Γιατί; Γιατί απλούστατα αυτό που εμείς θεωρούμε παράλογο ο απόστολος το θεωρεί λογικό και απαραίτητο για την ομαλή και παντοτινή, ισόβια συμβίωση.
Και το θεωρεί λογικό, διότι με το γάμο ο άντρας και η γυναίκα αποδεσμεύονται από κάθε άλλο δεσμό, από κάθε άλλη επιρροή (φίλων, συγγενών, αδελφών και αυτών ακόμη των γονέων, του πατέρα και της μητέρας) και γίνονται πια ένα σώμα, μια σάρκα. Είναι πλέον μέλη ενός και του αυτού σώματος. Θα ήταν λοιπόν παράλογο το ένα μέλος να εργάζεται και να ενεργεί σε βάρος του άλλου, θα ήταν παράλογο να μη συνεργάζονται αρμονικά· γιατί, αν γίνει κάτι τέτοιο, επόμενο είναι όλο το σώμα να καταστραφεί. Κατά τον ίδιο τρόπο καταστρέφεται και ο γάμος, όταν ο άντρας και η γυναίκα δε συνεργάζονται, όταν ο καθένας τραβάει το δρόμο του, όταν λείπει η αγάπη, ο ισχυρός και συνεκτικός και σωτήριος αυτός δεσμός του αντρόγυνου. Κλονίζεται ο γάμος και πολλές φορές διαλύεται, όταν ο άντρας ή η γυναίκα ή και οι δυο μαζί δεν κατορθώνουν να αποδεσμευθούν από πρόσωπα και πράγματα και γίνονται έρμαια ξένων επιρροών.
Κλυδωνίζεται και διασαλεύεται ο γάμος, όταν δε βασιλεύει ανάμεσα στο αντρόγυνο η πραγματική αγάπη, η οποία, κατά τον Παύλο (Α´ Κορ. ιγ´ 4–7) «μακροθυμεῖ», «πάντα στέγει», «πάντα ὑπομένει» και «οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς»· όποιος δηλ. πραγματικά αγαπά είναι μεγαλόψυχος, ανεκτικός και με πλατιά καρδιά· είναι μακρόθυμος· σκεπάζει και παραβλέπει τις ελλείψεις και τις αδυναμίες του συντρόφου του· το χαρακτηριστικό του γνώρισμα είναι η υπομονή που δείχνει σε κάθε περίπτωση· δεν εξετάζει τι τον συμφέρει και δεν επιδιώκει, δεν επιζητεί το ατομικό του συμφέρον.
Αναφέραμε παραπάνω ενδεικτικά ορισμένες από τις αντικειμενικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει ενδεχομένως ο άντρας στην υλοποίηση της αγάπης προς τη γυναίκα του, όπως την παραγγέλλει ο απόστολος.
Μήπως όμως υποκριτικά ή τελοσπάντων χωρίς να το καταλαβαίνει υπερβάλλει; Μήπως ο εγωισμός του τον εμποδίζει να δει τις δικές του αδυναμίες, τις δικές του ιδιοτροπίες, τα δικά του ελαττώματα; Μήπως και ο ίδιος άραγε πολλές φορές, θελημένα ή αθέλητα, δεν την πικραίνει και δεν τη στενοχωρεί τη γυναίκα του με τα λόγια του και με τις ποικίλες ενέργειές του; Μήπως και ο ίδιος πολλές φορές δεν την αγνοεί και δεν την περιφρονεί; Πώς λοιπόν μπορεί, πώς τολμάει να έχει την απαίτηση από τη γυναίκα του να είναι εκείνη συνεπής και να τηρεί μονομερώς το καθήκον της απέναντί του, ενώ ο ίδιος δεν προσπαθεί να είναι ανεκτικός και να της προσφέρει την αγάπη που της οφείλει;
Η αμοιβαία επομένως ανοχή, η αμοιβαία μακροθυμία, η αμοιβαία υποταγή, η αμοιβαία προσπάθεια, η αμοιβαία καλή διάθεση, η αμοιβαία κατανόηση, η αμοιβαία προσφορά παράλληλα προς την απάρνηση του εγώ, η αμοιβαία στήριξη και οικοδομή, η από κοινού συζήτηση και αντιμετώπιση των οποιωνδήποτε προβλημάτων που κάθε φορά ανακύπτουν, όλα αυτά θα κάνουν μόνιμο και σταθερό το δεσμό του γάμου· όλα αυτά θα συντελέσουν ώστε ο γάμος να μη δοκιμάσει κλυδωνισμούς και πολύ περισσότερο να μην καταντήσει ναυάγιο, αλλά αντίθετα θα συντελέσουν ώστε ο γάμος να είναι λιμάνι υπήνεμο, ένας μικρός παράδεισος.
Παραγγέλματα και αλήθειες της Αγίας Γραφής, όπως «αἱ γυναῖκες τοῖς ἰδίοις ἀνδράσιν ὑποτάσσεσθε ὡς τῷ Κυρίῳ» (Εφεσ. ε´ 22), «οἱ ἄνδρες ἀγαπᾶτε τάς γυναῖκας καί μή πικραίνεσθε πρός αὐτάς» (Κολασ. γ´ 18–19), «γυναικί… οὐκ ἐπιτρέπω αὐθεντεῖν ἀνδρός» (Α´ Τιμ. β´ 12), δεν επιτρέπεται δηλ. να εξουσιάζει η γυναίκα τον άντρα της, «τῇ γυναικί ὁ ἀνήρ τήν ὀφειλομένην εὔνοιαν ἀποδιδότω, ὁμοίως δέ καί ἡ γυνή τῷ ἀνδρί. ἡ γυνή τοῦ ἰδίου σώματος οὐκ ἐξουσιάζει, ἀλλ᾿ ὁ ἀνήρ· ὁμοίως δέ καί ὁ ἀνήρ τοῦ ἰδίου σώματος οὐκ ἐξουσιάζει, ἀλλ᾿ ἡ γυνή» (Α´ Κορ. ζ´ 3–4) που λέγονται ειδικά για την περίπτωση των συζύγων, πρέπει να τα έχει πάντοτε υπόψη του το αντρόγυνο, αν θέλει να είναι αρμονική και ιδανική η συμβίωσή του.
Και δεν είναι μόνο αυτά. Η Γραφή βρίθει κυριολεκτικά από αναμφισβήτητες αλήθειες και παραγγέλματα, όπως· «Κατανοῶμεν ἀλλήλους εἰς παροξυσμόν ἀγάπης» (Εβρ. ι´ 24), να συναγωνιζόμαστε δηλ. ποιός θα δείξει περισσότερη αγάπη προς τόν άλλο, «εὐχάριστοι γίνεσθε» στις μεταξύ σας σχέσεις (Κολ. γ´ 15), «παρακαλεῖτε ἀλλήλους καί οἰκοδομεῖτε εἷς τόν ἕνα», ο ένας δηλ. τον άλλο (Α´ Θεσσαλ. ε´ 11), «προσλαμβάνεσθε ἀλλήλους» (Ρωμ. ιε´ 7), «ἕκαστος ἡμῶν τῷ πλησίον ἀρεσκέτω εἰς τό ἀγαθόν πρός οἰκοδομήν» (Ρωμ. ιε´ 2), «ἀντέχεσθε τῶν ἀσθενῶν, μακροθυμεῖτε πρός πάντας» (Α´ Θεσσαλ. ε´ 14), «μή τά ἑαυτῶν ἕκαστος σκοπεῖτε, ἀλλά καί τά ἑτέρων ἕκαστος» (Φιλιπ. β´ 4), «μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἤ λαμβάνειν» (Πράξ. κ´ 35) κ.α.π.
Όλες αυτές τις αλήθειες, που αναφέρονται στις ανθρώπινες γενικά σχέσεις, τις διαπροσωπικές, όπως συνήθως λέγονται, και ο ρεαλισμός τους δεν μπορεί από κανέναν βεβαίως να αμφισβητηθεί, γιατί πράγματι εξυπηρετούν και διευκολύνουν κατά τρόπο, αποτελεσματικό αυτές τις σχέσεις και τις κάνουν χωρίς αμφιβολία σωστές και πιο «ανθρώπινες», θα πρέπει οι σύζυγοι να τις έχουν πάντοτε ως οδοδείκτες και για τις μεταξύ τους σχέσεις, αν θέλουν η συζυγία τους να είναι ομαλή και ειρηνική, ζηλευτή και υποδειγματική.
Και το σπουδαιότερο· ποτέ δεν πρέπει να ξεχνά ο καθένας από τους συζύγους αλλά πάντοτε να προσπαθεί να εφαρμόζει το χρυσό κανόνα της Γραφής που σίγουρα μπορεί να αποβεί σωτήριος και να συντελέσει στην προκοπή του αντρόγυνου· «Πάντα οὖν ὅσα ἄν θέλητε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, οὕτω καί ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς» (Ματθ. ζ´ 12). Όπως δηλαδή θέλετε να σας συμπεριφέρονται οι άλλοι, έτσι να συμπεριφέρεσθε κι εσείς σ᾿ αυτούς (πρβλ. και Λουκ. στ´ 31). Πολύ βέβαια περισσότερο όταν για κάθε έγγαμο ο σύζυγος ή η σύζυγος είναι, κατά κοινή ομολογία, ο κατεξοχήν άνθρωπός του!
Για την υποχρέωση που έχουν οι άντρες να αγαπούν τις γυναίκες τους ο ιερός Χρυσόστομος λέει τα εξής· «Δεν πρόκειται για ένα πράγμα που κάνουν χάρη στις γυναίκες τους, αλλά για κάτι που είναι οφειλή. Διότι, όταν είπε να τις αγαπούν σαν τα σώματά τους, πρόσθεσε· κανείς ποτέ δε μίσησε τη σάρκα του, αλλά την τρέφει καλά και την περιθάλπει. Δηλαδή την περιποιείται με πολλή επιμέλεια. Και πώς μπορεί να αντιληφθεί ο άντρας ότι και η γυναίκα του είναι δική του σάρκα; Άκουσε την απάντηση· Η Αγία Γραφή στην Παλαιά Διαθήκη λέγει πως, όταν ο Θεος έπλασε τη γυναίκα και την είδε ο Αδάμ, αναφώνησε· «Αυτό που βλέπω είναι οστούν από τα οστά μου και σάρκα από τη σάρκα μου» (Γεν. β´ 23). Και δε λέει μόνο αυτά, αλλά σε άλλο μέρος τονίζει· «και θα είναι οι δύο ενωμένοι σε ένα σώμα» (Εφεσ. ε´ 31). Και έτσι πρέπει να την αγαπά, όπως ακριβώς και ο Χριστός τρέφει και περιθάλπει την Εκκλησία» (Ομιλία κ´, κεφ. 8).
Ο ίδιος σοφός ιεράρχης τονίζει και τα εξής· «Για χάρη της γυναίκας καλείται ο άντρας να αφήσει εκείνους που τον γέννησαν και από τους οποίους ήρθε στη ζωή και να προσκολληθεί μαζί της. Και ας μην ξεχνάμε ότι ο πατέρας και η μητέρα και το παιδί είναι μια σάρκα, αφού από τη συνάφεια των δύο πρώτων γεννήθηκε το παιδί και έτσι και οι τρεις αποτελούν μια σάρκα. Έτσι κι εμείς με τό Χριστό γινόμαστε μία σάρκα με τη συμμετοχή μας στο μυστήριο της Θείας Κοινωνίας… Δε βλέπεις ότι και στη σαρκική μας ύπαρξη έχουμε πολλά ελαττώματα; Διότι ο ένας είναι κουτσός, ο άλλος έχει στραβά τα πόδια του, ο τρίτος έχει τα χέρια ξερά και ο άλλος κάποιο άλλο μέλος του σώματός του ασθενικό. Και όμως δεν κουράζεται, ούτε το αποκόπτει, αλλά και το προσέχει περισσότερο από τα υγιή και αυτό είναι φυσικό, διότι και αυτά τα ασθενικά μέλη είναι δικά του. Όση, λοιπόν, αγάπη τρέφει ο καθένας για τον εαυτό του, την ίδια νομίζω ότι πρέπει να έχει και προς τη γυναίκα του» (Ομιλία κ´, κεφ. 10).
γ) Ο γάμος είναι εικόνα της μυστικής ένωσης Χριστού και Εκκλησίας· γι᾿ αυτό και θεωρείται το μυστήριο τούτο μέγα, μεγάλης δηλαδή σπουδαιότητας και σημασίας.
Στο στίχο 32 του αποστολικού αναγνώσματος γίνεται παραλληλισμός του γάμου με το δεσμό που έχει ο Χριστός με την Εκκλησία. Κατά τη χριστιανική διδασκαλία ο Χριστός με τη σάρκωση και την ενανθρώπησή Του από άκρα φιλανθρωπία «συγκατέβη ἐξ οὐρανοῦ», αφού άφησε τον Πατέρα, και ήρθε στη γη και «τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη» και έγινε έτσι ένα με την Εκκλησία, μ᾿ εμάς δηλαδή τους ανθρώπους που την αποτελούμε. Και το έκαμε αυτό για να μας απαλλάξει από την κατάρα του προπατορικού αμαρτήματος και αφού μας καθαρίσει και μας ανακαινίσει με τη δύναμη που μας χαρίζει το λουτρό του Αγίου Βαπτίσματος, τελικά να μας αποκαταστήσει «εἰς τήν ἀρχαίαν μακαριότητα», στην πρώτη μας δηλαδή κατάσταση, στην οποία βρισκόμαστε «πρό τῆς παρακοῆς». Έτσι με τόν τρόπο αυτό μας «ἀνήγαγε ἐκ τοῦ τάφου εἰς τήν ζωήν», πραγματοποίησε δηλαδή και έφερε σε πέρας το έργο της σωτηρίας των ανθρώπων.
Για να γίνει όμως αυτό, έγινε ο ίδιος ένα με τους ανθρώπους και έπαθε πολλά ως άνθρωπος· αποκορύφωμα των παθών του υπήρξε η σταυρική του θυσία, την οποία «ἑκών κατεδέξατο» για τη δική μας σωτηρία. Έτσι, όπως παρατηρεί ο ιερός Χρυσόστομος, «από την πλευρά του Αδάμ μπήκε η φθορά, ενώ από την πλευρά του Χριστού πήγασε η ζωη. Στον Παράδεισο των πρωτοπλάστων φύτρωσε ο θάνατος, ενώ στο σταυρό του Χριστού έγινε η κατάργηση του θανάτου» (Ομιλία κ´, κεφ. 9). Μετά την ταφή του, την ανάστασή του, την ανάληψή του στους ουρανούς και την αποστολή του Παρακλήτου, του Αγίου Πνεύματος δηλαδή, είναι διαρκώς μαζί μας, όπως εξάλλου ο ίδιος μας το δήλωσε· «ἰδού ἐγώ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. κη´, 20).
Με το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας γινόμαστε εμείς πια μέτοχοι της δικής του θείας φύσεως, όπως Εκείνος έγινε μέτοχος της δικής μας ανθρώπινης φύσεως με την υπερφυσική του θεία γέννηση. Έτσι εξηγείται γιατί ο Παύλος υποστηρίζει πως είμαστε μέλη του σώματος του Χριστού, από τη σάρκα του και από τα οστά του. Ο ίδιος ο απόστολος σ᾿ άλλο σημείο τονίζει πως «ὁ κολλώμενος τῷ Κυρίῳ ἕν πνεῦμά ἐστιν» (Α´ Κορ. στ´, 17), γίνεται δηλαδή ένα πνεύμα με τον Κύριο. Η πνευματική αυτή ένωση Χριστού και Εκκλησίας είναι πράγματι ένα ασύλληπτο μυστήριο που μπορεί κανείς να το προσεγγίσει μόνο με την πίστη. Και εικόνα της μυστικής αυτής ένωσης Χριστού και Εκκλησίας αποτελεί το μυστήριο του γάμου. Ό,τι λοιπόν ειπώθηκε στην αρχή της δημιουργίας για τον άντρα και τη γυναίκα, για το στενό σύνδεσμο του Αδάμ και της Εύας, πραγματοποιήθηκε στην Καινή Διαθήκη με τη μυστική ένωση του Χριστού και της Εκκλησίας.
Με τον παραλληλισμό αυτό ο γάμος εξυψώνεται, εξευγενίζεται και τοποθετείται στη θέση που του αρμόζει· από απλό βιολογικό γεγονός αίρεται σε επίπεδο πνευματικό. Αρχίζει με το στεφάνωμα των νεονύμφων μπροστά στο θυσιαστήριο του ναού, συνεχίζεται «διά βίου» η αγωνιστική τους πορεία, η οποία απαιτεί μικρές και μεγάλες θυσίες, και καταλήγει «μετά θάνατον» στο Θρόνο του Θεού, όπου θα «αξιολογηθεί» ο έγγαμος βίος τους. Θα κριθούν άραγε άξιοι ενός νέου στεφανώματος, που θα είναι βέβαια και το τελικό, με το αμάραντο στεφάνι της αιώνιας τιμής και δόξας; Θα είναι τουλάχιστο σε θέση να καταθέσουν «πρό τῶν ποδῶν» Αυτού «ἀσπίλους καί ἀμώμους τούς στεφάνους», καθαρά και ακηλίδωτα δηλαδή τα στέφανα του γάμου τους;
Θα παραθέσουμε και πάλι μερικές γνώμες του Χρυσοστόμου από τη γνωστή του ομιλία που συμπληρώνουν και φωτίζουν περισσότερο τα όσα εκθέσαμε παραπάνω· «Για να δείξει ο απόστολος Παύλος πόσο μεγάλος είναι ο δεσμός στο γάμο τον παρομοιάζει με δύο υποδείγματα, με το σώμα και με το Χριστό. Και γι᾿ αυτό διακηρύσσει· «Αυτό το μυστήριο είναι μέγα. Εγώ δε το παρομοιάζω με το δεσμό που έχει ο Χριστός με την Εκκλησία» (Εφεσ. ε´ 32). Τι σημαίνουν τα λόγια αυτά; Είναι μέγα, λέει, το μυστήριο αυτό του γάμου, γιατί κάτι το μεγάλο και θαυμαστό υπαινίχτηκε και ο προφήτης Μωϋσής η μάλλον ο ίδιος ο Θεος. Διότι όταν λέγει ο απόστολος ότι ο γάμος του άντρα και της γυναίκας έχει σχέση με το Χριστό, αυτό υπονοεί, ότι και ο Χριστός άφησε τον ουράνιο Πατέρα και κατήλθε στη γή και συνδέθηκε με τη νύμφη Εκκλησία και έγινε μαζί της ένα πνεύμα. Διότι το διεκήρυξε πάλι ο απόστολος ότι «εκείνος που προσκολλάται στον Κύριο γίνεται ένα πνεύμα μαζί Του», Α´ Κορ. στ´ 17 (Ομιλία κ´, κεφ. 10).
Και σ᾿ άλλο σημείο της ομιλίας του τονίζει τα εξής για το μυστήριο του γάμου· «Πράγματι είναι μυστήριο ο γάμος και μάλιστα μέγα μυστήριο, διότι εκείνον που σε έφερε στον κόσμο και σε γέννησε και σε ανέθρεψε, ακόμη και εκείνη που πόνεσε πολύ και ταλαιπωρήθηκε φοβερά για χάρη σου, τους αφήνεις, εκείνους δηλαδή που τόσο πολύ σε ευεργέτησαν και συνήθισες τόσα χρόνια μαζί τους, και προσκολλάσαι και προτιμάς περισσότερο απ᾿ όλους αυτή, (τη γυναίκα σου δηλαδή) που δεν την είδες ούτε είχες τίποτε κοινό μαζί της. Πράγματι είναι μυστήριο ο γάμος. Και όμως οι γονείς των συζύγων δε δυσανασχετούν γιατί χάνουν τα παιδιά τους, αλλά το αντίθετο συμβαίνει· Να στενοχωρούνται, όταν δεν προχωρούν στο γάμο. Και γι᾿ αυτό ευχαριστιούνται, όταν παντρεύονται και για χάρη τους ξοδεύουν πολλά χρήματα και υποβάλλονται σε μεγάλες δαπάνες. Πράγματι είναι μυστήριο ο γάμος, διότι έχει μια σοφία ανεξήγητη. Αυτό δήλωνε και ο Μωϋσής κατά θεία έμπνευση, αυτό και ο Παύλος τώρα διακηρύσσει με το να λέγει ότι προτυπώνει το μυστικό και υπερφυσικό δεσμό του Χριστού με την Εκκλησία» (Ομιλία κ´, κεφ. 11).

Η σημασία της εβραϊκής λέξεως «ἀλληλούϊα»

39. Η λέξη αλληλούϊα, είναι εβραϊκή και σημαίνει· αινείτε, υμνείτε δηλαδή, το Θεό. Ψάλλεται από το Χορό μετά το αποστολικό ανάγνωσμα, ενώ μετά την ανάγνωση του ευαγγελικού αναγνώσματος αντίστοιχη φράση είναι τό· Δόξα σοι, Κύριε, δόξα σοι. Κατά τη μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης οι Ο´ (Εβδομήκοντα) τη διατήρησαν αμετάφραστη και η χριστιανική Εκκλησία τη χρησιμοποίησε στις διάφορες ιερές Ακολουθίες, καθώς και στη θεία Λειτουργία.

«Σύ, Κύριε, φυλάξαις ἡμᾶς καί διατηρήσαις ἡμᾶς»

40.«Σύ, Κύριε, φυλάξαις ἡμᾶς καί διατηρήσαις ἡμᾶς». Ο στίχος είναι από τον 11ο Ψαλμό. Προφανώς εδώ αναφέρεται στη φύλαξη και προστασία των νεονύμφων αλλά και όλων εκείνων που παρακολουθούν την Ακολουθία του στεφανώματος.

http://www.sarkamia.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια σας θα πρέπει να αναφέρονται στη συγκεκριμένη ανάρτηση και να διατυπώνονται κόσμια ακόμα και αν διαφωνείτε.

Παρακαλούμε να χρησιμοποιείτε ελληνικούς χαρακτήρες.